Είχε μια τεράστια σακ βουαγιάζ μαζί της.
«Τι είναι όλα αυτά» τη ρώτησα... «για δυο μέρες φεύγουμε..»
«Δεν μου είπες που πάμε και προετοιμάστηκα για όλα..»
Γέλασα με τη καρδιά μου, φόρτωσα τη σακ βουαγιάζ δίπλα στο σάκο μου και ξεκινήσαμε. Βγήκα στην εθνική για Αθήνα και πάτησα το γκάζι.
Η Έλενα, άνοιξε τη τσάντα της κι έβγαλε ένα CD, το οποίο έβαλε στο στερεοφωνικό. Άπλωσε τα πόδια της πάνω στο ταμπλό και σιγοτραγουδούσε... «Δεν θα μου πεις που πάμε, τώρα που μ έχεις εδώ;»
«Θα δεις...» της είπα και συνέχισα να οδηγώ.
Μετά από καμιά ώρα είχαμε φτάσει στη Ραψάνη και έστριψα προς το βουνό. Η Έλενα με κοίταξε με απορία κι εγώ της είπα «υπομονή» Ο δρόμος έγινε χωμάτινος μετά από λίγο και το τζιπ ταρακουνιόταν και η Έλενα αναγκάστηκε να σηκωθεί στη θέση της και να κρατηθεί απ τις λαβές. Μετά από μισή ώρα φτάσαμε στην άκρη ενός δάσους και λίγο πιο κει σ ένα πέτρινο σπίτι.
Πάρκαρα και την παρότρυνα να έρθει μαζί μου. Ανεβήκαμε στη βεράντα... «και τώρα.. γύρνα και δες από πού ήρθαμε»! της είπα και την έπιασα απ τους ώμους. Η μέρα ήταν καθαρή και μπορούσες να δεις τη Σαλονίκη στο βάθος ν αχνοφαίνεται και το Αιγαίο ν απλώνεται μπροστά μας σα χαλί.
Η Έλενα έφερε το χέρι της στο στόμα και τα μάτια της άνοιξαν προσπαθώντας να αφομοιώσουν όλη τη θέα και την απίστευτη ομορφιά. Πλησίασα περισσότερο και την αγκάλιασα από πίσω ακουμπώντας το κεφάλι μου στον ώμο της και έμεινα κι εγώ να χαζεύω μαζί της. «Είναι που είναι ζωγραφιά αυτό που βλέπω.. γίνεται ακόμη πιο ωραία όταν τη μοιράζεσαι με κάποιον...» της ψιθύρισα. Σήκωσε το χέρι της και μου χάιδεψε το μάγουλο...
Ξεκλείδωσα τη πόρτα, εξηγώντας της πως το σπίτι ανήκει σ ένα φίλο που ζει στο εξωτερικό και πως μου είχε αφήσει τα κλειδιά να το φροντίζω και να το χρησιμοποιώ όποτε θέλω.
Το ισόγειο είναι ένας ενιαίος χώρος με τη κουζίνα και το μεγάλο τζάκι και μια σκάλα που ανεβαίνει στα δωμάτια. Άναψα τα φώτα και πήρα τις τσάντες μας στον επάνω όροφο, αφήνοντας τη δική της στο ένα δωμάτιο και την δικιά μου στο άλλο. Δεν ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα, αλλά προτίμησα να μη βιάσω τα πράγματα. Κατέβηκα και άναψα το τζάκι, κάνοντας μια δυνατή φωτιά που ακτινοβολούσε ζέστη και φως σ όλο το χώρο. Σε πολύ λίγο η θερμοκρασία είχε σπάσει και βγάλαμε τα μπουφάν μας.
Η Έλενα είχε καθίσει στο πάτωμα μπροστά στο τζάκι κι έμοιαζε βυθισμένη σε σκέψεις. Είχε μια πολύ γλυκιά έκφραση και δεν ήθελα να τη διακόψω.
Κατέβηκα στο κελάρι και πήρα δυο μπουκάλια κόκκινο κρασί, κι ένα κεφάλι μανούρι, πού το χε αφήσει ο φίλος μου να ωριμάσει, καθώς κι ένα κομμάτι παστό χοιρομέρι. Πήγα στη κουζίνα, κι ετοίμασα ένα δίσκο με το μανούρι και το χοιρομέρι, λίγες φρυγανιές και δύο ποτήρια κρασί. Πήρα και το μπουκάλι παραμάσχαλα και πήγα μπροστά στο τζάκι κοντά στην Έλενα. Της έδωσα ένα ποτήρι και το γέμισα. Με σταμάτησε όταν πήγα να γεμίσω και το δικό μου. «ένα φτάνει...» μου είπε. «Μα... θέλω να πιω κι εγώ...» «Είσαι ανόητος», απάντησε και αφού ήπιε μια γουλιά, μου έδωσε το ποτήρι της.
Είχε πια σκοτεινιάσει και καθόμασταν ακόμη πάνω στη παχιά φλοκάτη πίνοντας κρασί απ το ποτήρι της και εγώ να τη ταΐζω μπουκίτσες και να συζητάμε, ενώ τα μάτια μας, κατά κοινή ομολογία, είχαν αρχίσει να γυαλίζουν απ΄ το αλκοόλ και τις φλόγες απ το τζάκι. «Ξέρεις,» της είπα... «αρχίζεις να μου γίνεσαι απαραίτητη...» Έσκυψε και με φίλησε με τα χείλη της υγρά από το κρασί και ζεστά απ τη φωτιά που έκαιγε λίγο πιο κεί.
Έπιασα το κεφάλι της και τα δάχτυλά μου μπλέχτηκαν στα μαλλιά της. Προσπάθησα να παρατείνω το φιλί, αλλά τραβήχτηκε απαλά. Τη κοίταξα με απορία και η Έλενα χαμογέλασε. «Μα...» ψέλλισα... «Σσσσσς....¨» κι έβαλε το δάχτυλο της πάνω στα χείλη μου. Πήρα μια βαθιά ανάσα και ηρέμισα κάπως. Η ώρα είχε περάσει, και μετά από δύο μπουκάλια κρασί μεταξύ μας, τα βλέφαρά μου βάρυναν και χασμουρήθηκα. «Πάμε για ύπνο»; Ρώτησα.
Έγνεψε καταφατικά και σηκώθηκα μαζεύοντας το δίσκο. Η Έλενα έμεινε με το ποτήρι μισογεμάτο. «Πήγαινε εσύ,» μου είπε,»,
«Θα τελειώσω το κρασί και θα πέσω κι εγώ»
Έσκυψα και της φίλησα τα κόκκινα μάγουλα, της ανακάτεψα τα μαλλιά... «΄Όνειρα γλύκα» της είπα ανεβαίνοντας τη σκάλα. Ήμουν αρκετά ζαλισμένος απ το κρασί, αλλά κατάφερα να γδυθώ και να
χωθώ μέσα στο πάπλωμα. Σε δευτερόλεπτα είχα πέσει σ ένα ύπνο βαθύ.
Ξύπνησα με την αίσθηση μιας γλώσσας να γλύφει τη θηλή μου κι ενός χεριού να χαϊδεύει το στήθος μου. Μετά από λίγο ένα στόμα ρούφηξε τη θηλή μου και τη γρατσούνισε με τα δόντια, ενώ δάχτυλα στριφογύριζαν ανάμεσα τους την άλλη μου θηλή. Ήμουν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου χωρίς να μπορώ να ξεχωρίσω αν ήταν όνειρο ή πραγματικότητα. Κάτι σα κλωστές ηλεκτρισμένες έφευγαν απ΄ τις θηλές μου και πήγαιναν κατευθείαν στον πούτσο μου που άρχισε κι αυτός να ξυπνάει.
Κατάφερα να κουνήσω το χέρι μου και να το φέρω προς το στήθος μου και τότε, έπιασα ένα κεφάλι και άνοιξα τα μάτια μου. Στο ημίφως διέκρινα την Έλενα στο στήθος μου να κατεβαίνει χαμηλότερα, γεμίζοντας με υγρά φιλιά σ όλη τη διαδρομή προς το κέντρο της ηδονής μου. Ακόμη δεν ήμουν σίγουρος ότι δεν ονειρευόμουν, όταν ξαφνικά ένοιωσα ένα υγρό φιλί στο κεφαλάκι κι αμέσως μετά τα χείλη της να τυλίγονται γύρω του, ταυτόχρονα με το χέρι της. Με ρούφηξε όσο πιο βαθιά μπορούσε, ενώ ταίριαξα τα μαξιλάρια για να μπορώ να την κοιτάζω. Η γλώσσα της χόρευε πάνω στο πούτσο μου και η γλύκα ήταν τόση που δεν μπόρεσα να συγκρατήσω ένα βογκητό. «Μωρό μου, η γλωσσίτσα σου... αααχ... τρέλλαααααα...»
Σήκωσε τα μάτια της, με κοίταξε χαμογέλασε πονηρά «ξυπνήσαμε»; Είπε και φίλησε λάγνα το κεφαλάκι πριν το βυθίσει μέσα στα υγρά της χείλη. Δεν προσπαθούσε να με τελειώσει... Ήταν σα να κάνε κάτι που αγαπούσε, κάτι που της έδινε της ίδιας ευχαρίστηση. Με κρατούσε καυλωμένο, χωρίς να μ αφήνει να τελειώσω....
«πιο γρήγορα μωρό μου», είπα με απόγνωση στη φωνή μου, αλλά η Έλενα με μάτι που έλαμπε κράτησε τον ίδιο αργό ρυθμό. «Έλα εδώ», τη τράβηξα πάνω μου, και η Έλενα τρίφτηκε ανεβαίνοντας στο στήθος μου. Ένιωσα τα στήθια της να με πιέζουν και τις ρώγες της σκληρές να με χαϊδεύουν καθώς σερνόταν πάνω μου.
Ο πούτσος μου πάλλονταν πάνω στη ζεστή κοιλιά της. Έπιασα το πρόσωπο της στα χέρια μου και τη φίλησα με πάθος δαγκώνοντας ελαφρά τα χείλη της και μετά γλύφοντας τη γλώσσα της που τόσο με είχε καυλώσει. Διέκοψα το φιλί και κρατώντας ακόμη το πρόσωπό της τη κοίταξα βαθιά στα μάτια «Έλενα μου, γάμησε με... τώρα... σε θέλω..» της ψιθύρισα. Ανασηκώθηκε και κάθισε στη λεκάνη μου. Η εικόνα ήταν μαγική. Δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις σε ποιόν ανήκε ο πούτσος μου καθώς τον είχε πιάσει και τον χάιδευε. Ανασηκώθηκε και έτριψε το κεφαλάκι ανάμεσα στα χείλη της υγραίνοντας το με τα υγρά της. Τον κράτησε όρθιο στη είσοδό της και πολύ αργά, άρχισε να κατεβαίνει προς το σώμα μου.
«Αυτό θέλεις μωρό μου»; Με ρώτησε ενώ το μουνάκι της με τύλιγε βασανιστικά αργά και την ένιωθα να με σφίγγει και να βυθίζομαι σε καυτό μέλι. Ένα κύμα ηδονής με συνεπήρε και δεν μπόρεσα να πω λέξη αναστενάζοντας.
Μετά από λίγο ένιωσα τη κλειτορίδα της να χαϊδεύει τη βάση του πούτσου μου υγρή και φουσκωμένη. Έμεινε βαθιά καρφωμένη πάνω μου να με κοιτάει χαμογελώντας και σφίγγοντας με μέσα της και απαντούσα με μικρά τινάγματα.
Ήταν τόσο όμορφη με τη καύλα ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της, να δαγκώνει το κάτω χείλος της κάθε τόσο, να χαϊδεύει το στήθος της με το ένα χέρι ενώ το άλλο χάιδευε το δικό μου. Άρχισε να τρίβει τη λεκάνη της πάνω μου και τα υγρά της απλώθηκαν γύρω απ το πούτσο μου, στα μπαλάκια μου κάνοντας τι τριβή πιο ηδονική, ενώ κάθε τόσο έκανε και κάθετες κινήσεις.
Την τράβηξα στην αγκαλιά μου και τη φίλησα γλυκά στο στόμα και μετά στο λαιμό μυρίζοντας τη μυρωδιά της. Άρχισα να ανεβοκατεβάζω τη λεκάνη μου κρατώντας τον πισινό της ψηλά και να μπαινοβγαίνω μέσα της ορμητικά και γρήγορα ακούγοντας το θόρυβο που έκαναν τα κορμιά μας καθώς συγκρούονταν με αγάπη. Η ανάσα της έγινε κοφτή και την ένιωθα στο λαιμό μου «ναι... ναι... πάρε με... έτσι... πιο γρήγορα...» είπε και δάγκωσε το λοβό του αυτιού μου. Την αγκάλιασα σφιχτά και της είπα «Μωράκι, δεν αντέχω άλλο... θα χύσω... έλα μαζί ...»
«πιο δυνατά» είπε και κι έβγαλε ένα βαθύ βογκητό, ενώ ανεβοκατέβαινε πάνω
μου πιο γρήγορα...
Σε λίγο ο πούτσος μου τινάχτηκε μέσα της ακούσια και άρχισα να χύνω βαθιά στο μουνάκι της. Η Έλενα ούρλιαξε και άρχισε να τελειώνει κι αυτή σφίγγοντας με δυνατά μέσα της και ανασαίνοντας λαχανιασμένα. Μείναμε αγκαλιασμένοι ενώ η Έλενα μάλαζε τον πούτσο μου με τους μυς της μέσα της ώσπου χαλάρωσε και βγήκε από μέσα της.
Άναψε ένα τσιγάρο και το βαλε στα χείλη μου. Ρούφηξα άπληστα τον καπνό και φυσώντας είπα: «Έλενα, να σε ρωτήσω κάτι;»
«Σσσσς..... ανόητε» είπε κι έβαλε πάλι το δάχτυλο στα χείλη μου.
«Κάπνισε και μη μιλάς» είπε και ξάπλωσε βάζοντας το κεφάλι της στο στήθος μου....
Αποκοιμηθήκαμε έτσι ...
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.