Έφτασε το Σάββατο. Το βραδάκι θα ερχόταν ο Θωμάς να πάρει τη μάνα μου για να βγουν. Η μάνα μου ήταν ευδιάθετη όλη μέρα και το απόγευμα άρχισε να ετοιμάζεται για την έξοδό της. Φόρεσε το ίδιο λευκό σούπερ κοντό φόρεμα που καύλωνε τον Θωμά, ψιλοτάκουνα και έντονο βάψιμο. Ήταν πραγματικά μια μουνάρα. Ο πατέρας μου αντίθετα ήταν σοβαρός. Την έβλεπε να ντύνεται έτσι σαν πουτάνα για έναν άλλον άντρα και ήταν αμίλητος. Στις 9 η ώρα χτύπησε το κινητό της. Ήταν ο Θωμάς. Είχε φτάσει και τη πήρε τηλέφωνο για να κατέβει. Όταν έκλεισε τη πόρτα η μάνα μου, βγήκε ο πατέρας μου στο μπαλκόνι και ακολούθησα πίσω του. Την είδαμε να μπαίνει στο αμάξι του και να φεύγουν.
Όλο το βράδυ σκεφτόμουν να της βάζει χέρι στα μπούτια της όπως θα οδηγούσε και καύλωνα. Τη σκεφτόμουν σε ένα ξενοδοχείο με ανοιχτά τα πόδια να τον παίρνει όλον μέσα της. Τρεις φορές τον είχα παίξει. Τελικά σπίτι γύρισε στις 4 τα ξημερώματα. Φαινόταν αρκετά μεθυσμένη αλλά και πολύ χαρούμενη. Εκεί κατάλαβα ότι έφαγε καλό πούτσο. Το όλο σκηνικό συνεχίστηκε έτσι. Η μάνα μου έβγαινε όλο και πιο συχνά με τον Θωμά και ο πατέρας μου δεν μίλαγε καθόλου. Ήξερε ότι του ξέσκιζε τη γυναίκα και αυτός δεν έλεγε τίποτα. Κάποια στιγμή μάλιστα εντελώς τυχαία την είχα πετύχει τη μάνα μου μαζί του σε μια καφετέρια που ήμουν με 3 φίλους, χωρίς αυτή να με δει. Ήμουν στη σοφίτα της καφετέριας και η μάνα μου μπήκε με τον Θωμά και κάθισαν στο κάτω μέρος όπου εμείς είχαμε οπτική επαφή. Φορούσε ένα μαύρο φόρεμα, πολύ κοντό, βραδινό που τραβούσε όλα τα βλέμματα. Οι φίλοι μου την είδαν πρώτοι χωρίς να γνωρίζουν ότι αυτή είναι η μάνα μου.
- Κοίτα μια καύλα ρε φίλε…
λέει ο ένας.
- Τι πουτανόγρια είναι αυτή;
συνεχίζει ο άλλος.
- Πουτανόγρια, ξεπουτανόγρια… εγώ την ξέσκιζα.
Ένας από τους φίλους μου έβγαλε το κινητό του και τη τράβηξε φώτο.
- Τέτοιες μπουτάρες που έχει η πουτάνα πρέπει να τις έχουμε να τις βλέπουμε.
Κατάλαβα ότι το βράδυ θα τις κοίταζε στη φώτο που τράβηξε και θα τον έπαιζε για πάρτη της. Αφού πέρασε ένα διάστημα και κατάφερε ο πατέρας μου να ξεπληρώσει τον Θωμά έκανε κουβέντα με τη μάνα μου.
- Εντάξει με τον Θωμά.
- Τι εντάξει;
- Του πλήρωσα όλα τα ενοίκια.
- Και λοιπόν;
- Δε χρειάζεται να ξαναβγείς μαζί του.
- Γιατί ποιος σου είπε ότι βγαίνω μαζί του για αυτό το λόγο; Αρχικά έβγαινα για αυτόν τον λόγο. Τώρα βγαίνω γιατί μου αρέσει και θέλω.
- Τι λες ρε γυναίκα; Τι μου λες; Ότι έχεις κάνει σχέση με αυτόν;
- Έλα τώρα μη κάνεις τον έκπληκτο. Τι περίμενες; Ότι βγαίνουνε έξω και απλά κουβεντιάζουμε; Φυσικά και με έχει γαμήσει. Από το πρώτο βράδυ. Και για να τελειώνουμε... αν θες το δέχεσαι αλλιώς χωρίζουμε.
Ο πατέρας μου έπαθε σοκ. Δεν το περίμενε. Η μάνα μου είχε γλυκαθεί τόσο πολύ από την πούτσα του Θωμά, που την είχε στερηθεί στα νιάτα της, που δε λογάριαζε τίποτα. Εδώ που τα λέμε ποια γυναίκα θα προτιμούσε έναν 65χρονο από έναν 35αρη άντρα; Καμία. Από την άλλη ο πατέρας μου ήταν σε μια μεγάλη ηλικία, φοβόταν τη μοναξιά κι από την άλλη αγαπούσε πολύ τη μάνα μου. Έτσι δέχτηκε τα πάντα, φτάνει να μην τον εγκατέλειπε. Η μάνα μου έτσι συνέχισε να γαμιέται με τον Θωμά και μάλιστα ένα σαββατοκύριακο που έλειπε στο χωριό ο πατέρας μου δεν δίστασε να τον φέρει και στο σπίτι. Ήταν η απόλυτη καύλα για μένα. Αφού είχαν πάει σε κάποιο μπαρ γύρισαν σπίτι κατά τις 2 και πήγανε στην κρεβατοκάμαρα των γονιών μου. Εγώ που δεν είχα κοιμηθεί ακόμα, σηκώθηκα σιγά-σιγά για να μη με ακούσουν και πήγα στην πόρτα τους, όπου τη βρήκα αρκετά ανοιχτή, τόσο που να μπορώ να πάρω μάτι.
Η μάνα μου φορούσε ένα μαύρο κοντό νυχτικό και ήταν στα γόνατα, ενώ ο Θωμάς ήταν όρθιος μπροστά της. Η μάνα μου άρχισε να του ανοίγει το φερμουάρ του παντελονιού του. Περίμενα να δω το καυλί του και άρχισα να χαϊδεύω το δικό μου. Του τον έβγαλε έξω και αφού του τον έπαιξε για λίγο έβγαλε τη γλώσσα της και άρχισε να του γλείφει το πουτσοκέφαλο. Αυτός της τραβάει τα μαλλιά προς τα πίσω.
- Θωμάς: Θέλω να με κοιτάς όταν μου τον γλείφεις.
- Εύα: Σου αρέσει καύλα μου;
- Θωμάς: Με τρελαίνεις μωρή πουτάνα. Βάλε όλη την πούτσα μου μέσα.
Υπάκουη πουτάνα η μάνα μου. Τη βάζει όλη μέσα στο στόμα της και αρχίζει να τον πιπώνει. Έβλεπα το μάγουλό της να φουσκώνει σε κάθε κίνηση που έκανε το πουτσοκέφαλο στο στόμα της. Τον είχα βγάλει κι εγώ έξω και τον έπαιζα. Η αλήθεια είναι ότι ζήλευα και ήθελα να μου πάρει και εμένα μια πίπα. Μετά, την πέταξε στο κρεβάτι και η μάνα μου άνοιξε τα μπούτια της. Έπεσε από πάνω της. Έβαλε τη πουτσάρα του μέσα στη μουνάρα της. Τη γαμούσε με δύναμη και γρήγορα.
- Θωμάς: Σε γαμάω καριόλα.
- Εύα: Ναι μωρό μου, μου αρέσει.
- Θωμάς: Σου είχε λείψει το καλό γαμήσι μωρή ε;
- Εύα: Ναι αγάπη μου. Είσαι το κάτι άλλο.
- Θωμάς: Ο κωλόγερος ο άντρας σου δεν σε ξεσκίζει καλά μωρή;
- Εύα: Όχι ο μαλάκας. Μη μου λες για αυτόν και με ξενερώνεις. Εσύ είσαι ο γαμιάς μου.
- Θωμάς: Ναι μωρή ψωλού, εγώ είμαι.
Συνέχισε να τη γαμάει ενώ ταυτόχρονα της έγλειφε τις βυζάρες. Μετά τη γύρισε στα 4 και την πήδαγε σα σκύλα. Τη ξέσκιζε και της τραβούσε τα μαλλιά.
- Εύα: Έτσι μωρό μου, φέρσου μου σαν πουτάνα.
- Θωμάς: Πουτάνα είσαι μωρή. Θα σε γαμάω οπότε θέλω καριόλα. Θέλω να χύσω παλιοβρώμα.
- Εύα: Χύσε με μωρό μου. Χύσε τη πουτάνα σου.
- Θωμάς: Σε χύνω καριολάρα... παρ΄ τα μωρή…
Την έχυσε πάνω στον κώλο ενώ ταυτόχρονα έχυσα κι εγώ μαζί του. Ήταν τρελή καύλα. Μετά από ένα διάστημα ο Θωμάς της είπε να χωρίσουν γιατί είχε βρει μια μικρούλα. Η μάνα μου παρά τη στεναχώρια της το ξεπέρασε γρήγορα. Άλλωστε υπήρχαν πολλοί νέοι άντρες και δεν ήθελε να χάσει άλλο χρόνο. Ελπίζω να σας άρεσε η ιστορία μου και περιμένω σχόλια σας.
(Copyright protected OW ref: 80717)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.