Είχε παιχτεί μεταξύ μας μια φάση παλιότερα, αλλά τίποτα περισσότερο από απλά φιλάκια. Απ' ότι κατάλαβα αργότερα, το πρόβλημά της ήταν πως δεν με είχε γνωρίσει αρκετά. Άλλωστε, ήταν αρκετά μικρή και άπειρη. Εγώ ως μεγαλύτερος και σχετικά άγνωστος, ίσως να τη φόβιζα. Είχα φάει σκάλωμα για αρκετό καιρό με εκείνη, όμως προχώρησε σε σχέση με συνομήλικο. Τα πράγματα μεταξύ μας ξεχαστήκανε, μέχρι που μαθαίνουμε πως θα βρισκόμασταν, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, στην ίδια πόλη, πέρα από το μέρος που καταγόμαστε.
Εκείνη φοιτήτρια 19 χρονών, γεματούλα στο κορμί όσο πρέπει, με μεγάλα και χορταστικά στο μάτι στήθια που πάντα με προκαλούσαν να τα ανακαλύψω. Με σκούρα καστανά μαλλιά, σαρκώδη χείλη και ένα αγγελικό, σχεδόν αινιγματικό προσωπάκι, η Ειρήνη ποτέ δεν έφυγε από το πίσω μέρος του μυαλού μου. Σε σταθερή βάση ξυπνούσε ζωώδη ένστικτα μέσα μου. Το κάλεσμα ήταν το ίδιο κάθε φορά: «Θέλω να τη γαμήσω. Θέλω να τη γδύσω, να τη γλείψω ολόκληρη, να τη στήσω στα τέσσερα και να την κάνω δικιά μου». Αλλιώς δεν θα ησύχαζα. Οι σχέσεις μεταξύ μας προέκυψαν εκ νέου με το που βρεθήκαμε σχεδόν ταυτόχρονα στο ίδιο μέρος. Συναντηθήκαμε κάποιες φορές, και με διακριτικές κινήσεις καταλάβαμε από κοινού πως θέλαμε κάτι παραπάνω ο ένας από τον άλλον. Δεν ήταν πλέον κοριτσάκι. Ήταν μια νεαρή γυναίκα, που στο μεσοδιάστημα είχε το μερίδιο των εμπειριών της, είχε γνωρίσει τον έρωτα και το σεξ και της άρεσε. Παράλληλα, οι περιστασιακές συναντήσεις μας, μας επέτρεψαν να γνωριστούμε όπως πρέπει.
Δεν ήμουν πλέον ο άγνωστος για εκείνη, ήμουν ένας γνώριμος και ευχάριστος άνθρωπος από τον οποίον θυμάται φιλιά και χάδια, ίσως και ένα απωθημένο για αυτά που ποτέ δε συνέβησαν μεταξύ μας. Ποτέ δεν μιλήσαμε για το παλιό μας παιχνιδάκι. Αιωρούταν στη συζήτησή μας ο πόθος που είχαμε ο ένας για τον άλλον, και έτσι πέρασε αρκετός καιρός. Μέχρι που μια νύχτα, που είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε, βγήκα αποφασισμένος για τη μεγάλη κίνηση. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, θα εκφραζόμουν σε εκείνη και, γιατί όχι, ίσως να κατέληγε ευτυχώς η ιστορία. Βρεθήκαμε σε ένα μπαράκι. Όμορφη και χορευτική μουσική, όμορφη και η κοπελίτσα, με ένα τζινάκι και μια μπλούζα να κρύβει το λαχταριστό της στήθος. Ένα ελαφρύ διχτυωτό πανωφόρι από πάνω. Τα μαλλιά της ίσια και ανάλαφρα, το προσωπάκι της ελαφρώς βαμμένο.
Μιλούσαμε. Την κοίταγα επίμονα, και το κατάλαβε. Περιεχόμενο στη συζήτησή μας και κέφι. Μέχρι που ξεφουρνίζω:
- Ξέρεις, πάντα σκεφτόμουν πως θα έπρεπε να γίνει κάτι παραπάνω μεταξύ μας.
Γέλασε ντροπαλά.
- Διαφωνείς;
Ακούμπησε το χέρι στον ώμο μου.
- Όχι, όχι, απλά αναρωτιόμουν πως θα το φέρεις στην κουβέντα. Η αλήθεια είναι πως και εγώ σκεφτόμουν αυτό που έγινε τότε, και με την επαφή που έχουμε τελευταία γυρνάει όλο και περισσότερο στο μυαλό μου.
Πήρα θάρρος, και υπήρξα ευθύς και βέβαιος.
- Κοίταξε να δεις, μου αρέσεις. Το ξέρεις. Πάντα το ήξερες. Είσαι μια κοπέλα που μ' αρέσει. Θα ήθελα να δοκιμάσουμε κάτι, αντί να κρυβόμαστε πίσω απ' το δάχτυλό μας.
- Κι εσύ μ' αρέσεις…
μου απάντησε. Έβαλε το χέρι στο πρόσωπο, κοίταξε αλλού για λίγο και έστρεψε το βλέμμα της στα μάτια μου. Η συζήτηση συνεχίστηκε κανονικά, σαν να μην ειπώθηκε τίποτα. Η γλώσσα του σώματος άρχισε όμως να μιλάει, και να μιλάει έντονα. Μεγαλύτερη σωματική επαφή, διακριτικά αγγίγματα στο πόδι και στον ώμο, και όταν ήταν να φύγουμε από το μαγαζί, την αγκάλιασα από τη μέση.
- Πού θες να πάμε;
τη ρώτησα.
- Δεν έχω ιδέα. Θες να πάμε σε μαγαζί;
- Σε μαγαζί, στο σπίτι... νομίζω παντού καλά θα είναι.
- Αν θες πάμε σπίτι μου, έχω κρασί, αποκρίθηκε.
Η υπόθεση είχε κλείσει. Ανεβήκαμε τη σκάλα του σπιτιού της αγκαλιά, και μπήκαμε με γέλια στο διαμέρισμα. Το πρώτο φιλί το έδωσα αμέσως μετά, όταν βγάλαμε τα παπούτσια μας και τα παλτό και κάτσαμε στο κρεβάτι. Το φιλί της ήταν υγρό και δροσερό, αμβλύ και ευθύ, όπως ακριβώς το θυμόμουνα, με μια υποψία παραπανίσιας εμπειρίας ωστόσο. Της έπιασα απαλά το σβέρκο. Άρχισα να τη φιλάω τριγύρω στο πρόσωπο, και μετά στον λαιμό, της πιπίλαγα τον λοβό του αυτιού. Ταυτόχρονα το χέρι μου γλίστραγε από τη μέση της πότε πάνω πότε κάτω. Δεν ήξερα τι ήθελα να αισθανθώ πρώτα. Το βυζί της που τόσο ήθελα να γευτώ, ή το μπουτάκι της. Άρχισα μαλακά να τρίβω το πόδι της. Την βοήθησα ταυτόχρονα να βγάλει το διχτυωτό πανωφόρι της. Με όλο το θάρρος, και νομιμοποιημένος πλέον από το επερχόμενο ξέσκισμα, μαγνήτισα το βλέμμα μου στις βυζάρες της, χωρίς καμία συστολή και διακριτικότητα. Σήκωσα ξανά τη ματιά μου στο πρόσωπό της.
Αρχίσαμε τα βαθιά γλωσσόφιλα, ενώ έφερα με λαγνεία επιτέλους την παλάμη μου απάνω από το στήθος της. «Αυτό βγαίνει», διέταξα σχεδόν και εκείνη υπάκουσε. Έβγαλε λοιπόν την μπλούζα της και βρέθηκα μπροστά σε ένα πολυπόθητο θέαμα. Τα βυζόμπαλά της, καλυμμένα μονάχα από ένα μαύρο σουτιέν. Καμία απάτη, κανένα τσιγγούνικο στήθος πίσω από υπερμεγέθεις στηθόδεσμους για να φαίνεται μεγαλύτερο. Τα βυζιά της ήταν όπως ακριβώς τα φανταζόμουν. Ο όγκος τους ξεχείλιζε το σουτιέν. Γλίστρησα το χέρι μου από κάτω και αισθάνθηκα τη ρωγίτσα της, την ίδια στιγμή που δάγκωνα το αυτί της. Μου έβγαλε τη μπλούζα, και έπειτα την ξάπλωσα στο κρεβάτι. Με συνοπτικές διαδικασίες, έφυγε και το παντελονάκι της. Φορούσε ένα μαύρο μικρό εσώρουχο, ίσα-ίσα να κρύβει το μουνάκι της από τις ορέξεις των ματιών μου.
Χάϊδευα τα πόδια της. Άρχισα να τη φιλάω παντού, από πάνω μέχρι κάτω. Περνούσα πότε-πότε το χέρι μου ανάμεσα στα πόδια της. Παραμέρισα το σουτιέν για να γλείψω τις ρώγες της. Έγλειφα, πιπίλαγα, ρούφαγα και δάγκωνα. Άφηνε μικρούς αναστεναγμούς σε κάθε μου βίαια κίνηση. Ευθύς κατεβαίνω και επικεντρώνομαι ανάμεσα στα πόδια της. Της τα ανοίγω απότομα, κάνω πέρα το βρακάκι της και περνάω χορταστικά τη γλώσσα μου πάνω από το μουνί της. Παίζω με την άκρη της γλώσσας την κλειτορίδα της και με το δεξί μου χέρι βάζω ένα, και έπειτα δύο δάχτυλα. Άρχισε να τρέμει, να χαϊδεύει το κεφάλι μου και να αφήνει μικρούς, κοφτούς αναστεναγμούς. Δεν άργησε να φτάσει σε οργασμό. Είχε έρθει η σειρά μου. Ξαπλώνω, και το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να ξεκουμπώσω το σουτιέν. Οι βυζάρες της σε πλήρη θέα μπροστά μου, και το κεφαλάκι της να κατεβαίνει ενώ μου έβγαζε το παντελόνι. Χαϊδεύει το πουλί μου πάνω από το εσώρουχο για λίγο, το βγάζει, παίζει λίγο με τα χείλη της και το βάζει μέσα.
Τι ζεστό και υγρό το στόμα της. Δεν πέρασε πολλή ώρα και ξάφνου τη σηκώνω, την ξαπλώνω στο κρεβάτι, φοράω προφυλακτικό και, πιάνοντας τα πόδια από τις γάμπες της, τα ανοίγω όσο πηγαίνανε. Μπαίνω μέσα της, και τότε αρχίζει η μουσική. Με κάθε σπρώξιμο άφηνε και έναν αναστεναγμό. Την κοπάναγα ανελέητα, ενώ τα χέρια μου περνούσαν πάνω από τα μαλλιά της, τον λαιμό, το στήθος, την κοιλιά και τα πόδια της. Πότε άνοιγα διάπλατα τα πόδια της, πότε τα έσπρωχνα πίσω, και πότε ξάπλωνα πάνω της φιλώντας την στο στόμα. Με τη γλώσσα μου πιπίλαγα τη ρώγα της, ενώ τη γάμαγα και με τον αντίχειρα χάϊδευα την κλειτορίδα της. Με το άλλο μου το χέρι χαστούκιζα το μπούτι της. Βγαίνω και τη γυρνάω. Τη βάζω να κάτσει στα τέσσερα. Σπάει τη μέση της και προτάσσει την κωλάρα της, ενώ την πιάνω από το μπούτι και μπαίνω μέσα της. Της έδινα ελαφρές φάπες στο κωλαράκι, την έσπρωχνα από τα πόδια, από τον ώμο, της έπιανα τα μαλλιά και τραβούσα το κεφάλι της πίσω.
Με αυτό το θέαμα μπροστά μου, δεν άντεξα παραπάνω. Βγάζω το προφυλακτικό και αδειάζω τα χύσια μου πάνω στο κωλαράκι της.
- Είσαι μεγάλο μωρό…
της λέω ενώ ξαπλώνουμε δίπλα-δίπλα.
Έπεται συνέχεια...
(Copyright protected OW ref: 79958)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.